
Και μας έλεγες πως άνοιγαν το ψυγείο σου,έπαιρναν το κρασί σου και το άφηναν μισογεμάτο.Και αναρωτιόσουν πως έβρισκαν αυτή την οικειότητα;Το επαναλάμβανες συνέχεια.Και ύστερα παραπονίοσουν για δυο δεκάρες που έδωσες και δεν επιστράφηκαν ποτέ.Κλοπιμαία,κλοπιμαία.Α ρε κάψερε.Και δεν μπορούσες έστω απο την εγωιστική σου φύση και μόνο να κεράσεις μια μπύρα για το καλό και τη γαμωυγεία.Και να ξέρες ποσο εύκολα αρρωσταίνουμε εμείς οι άνθρωποι.Και τα τσιγάρα σου παλιόπουστα και το χόρτο σου το βάζες μέσα στο βρακί σου.Ιδιοκτησία μου, έλεγες.Καλα ρε αδερφέ και γω δεν είμαι δα καμια κουμουνίστρια.Και στο θρανίο τα στυλό στη σειρά, ανάλογα με τα χρώματα.Ολα με τη σειρά, όλα τα λάθη με συνοχή.Και σου άρεσε να ξεντύνεις τις ανθρώπινες ψυχές και να τις παίρνεις μάτι.Και γω που νόμιζα πως εγώ είμαι η μέγαλη πουτάνα.Και οι φίλοι σου με φοβούνταν γιατί είχαν μάθει στο μάλιστα,στο απαγορεύεται και στο κυριλλέ.Τρελάθηκα και γω που λές, εξάλλου τι είναι η τρέλα;Mια αντίδραση στον εγκέφαλο.Και εδείχνα σε όλους το βρακί μου.